Η πιο αρχέγονη αίσθηση: Μυρίζω άρα θυμάμαι, και όχι μόνο…

Του Γιάννη Χναράκη ~«Τίποτε δεν ζωντανεύει το παρελθόν πιο αποτελεσματικά από μια μυρωδιά που έχει συσχετισθεί μ’ αυτό.» Vladimir Nabokov, 1899-1977, Ρωσοαμερικανός συγγραφέας  …και πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να είναι διαφορετικά όταν όλοι έχουμε συνδέσει τις αναμνήσεις μας με χαρακτηριστικές μυρωδιές κάθε φορά που αναπολούμε ένα περιστατικό.

Το φρεσκοψημένο ζυμωτό, σπιτικό ψωμί, για παράδειγμα, μας φέρνει στο νου τις ανέμελες στιγμές της παιδικής μας ηλικίας κατά την καλοκαιρινή μας επίσκεψη στο χωριό, στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς.
Βάσει των αισθήσεών μας, βλέπουμε όταν υπάρχει φως, γευόμαστε όταν βάλουμε κάτι στο στόμα μας, νιώθουμε την υφή των πραγμάτων αφού τ’ αγγίξουμε και αντιλαμβανόμαστε ήχους όταν αυτοί είναι τόσο δυνατοί ώστε να μπορούμε να τους ακούσουμε. Όμως, όπως γράφει χαρακτηριστικά στο βιβλίο της «A Natural History of the Senses» η Diane Ackerman, «είμαστε σε θέση να μυρίσουμε κάθε φορά που αναπνέουμε». «Κλείστε τα μάτια σας και θα σταματήσετε να βλέπετε. Καλύψτε τ’ αυτιά σας και θα σταματήσετε να ακούτε. Αν, όμως, καλύψετε τη μύτη σας και σταματήσετε να μυρίζετε… θα πεθάνετε», προσθέτει σε κάποιο σημείο η συγγραφέας. Σύμφωνα πάντα με την ίδια, χρειάζονται οκτώ μόρια από μια ουσία για να ενεργοποιηθεί ένα ερέθισμα σε μια νευρική απόληξη.

Αλλά για να μυρίσουμε κάτι, χρειάζεται να ενεργοποιηθούν σαράντα νευρικές απολήξεις. Υπάρχουν, όμως, και αντικείμενα που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας και τα οποία είναι φτιαγμένα από κάποια υλικά, τα οποία δεν μπορούμε να μυρίσουμε. Το γυαλί, ο χάλυβας, το ελεφαντόδοντο είναι μερικά απ’ αυτά, καθώς δεν εξατμίζονται σε θερμοκρασία δωματίου. Ένα λάχανο, έχει μια χαρακτηριστική μυρωδιά. Όταν ζεσταθεί ή μπει σε διαδικασία βρασμού πάντως, η μυρωδιά του γίνεται τότε αρκετά πιο έντονη καθώς και διαφορετική, γιατί κάποια από τα σωματίδιά του εξατμίζονται και κυκλοφορούν στον αέρα. Αντίθετα οι αστροναύτες, σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας, χάνουν τις ικανότητες γεύσης και όσφρησης, γιατί τα μόρια εκεί δεν είναι πτητικά ώστε να μπορέσουν να εισχωρήσουν βαθιά στη μύτη, προκειμένου να καταγραφούν ως «οσμές».
Η όσφρηση είναι μία από τις πιο αρχέγονες και «μαγικές» αισθήσεις. Σύμφωνα με τη Wikipedia, η όσφρηση είναι η αίσθηση ταυτοποίησης ουσιών μέσω των πτητικών μορίων που εκλύουν. Η ταυτοποίηση γίνεται από ειδικές νευρικές απολήξεις στο εσωτερικό της μύτης, οι οποίες στέλνουν το οσφρητικό μήνυμα στον εγκέφαλο. Η όσφρηση μπορεί να πληροφορήσει για τη χημική σύσταση του περιβάλλοντος. Ο εγκέφαλος, με βάση την εμπειρία του, μπορεί να ταυτοποιήσει τι είναι αυτό που μυρίζει, αν είναι κάποιο αρπακτικό ή θήραμα που δεν βλέπει ή δεν ακούει, αν υπάρχει κάτι δηλητηριώδες ή φαγώσιμο στην περιοχή. Κατά την αναπνοή ή γενικά τη ροή αέρα, σωματίδια από αυτόν αιχμαλωτίζονται από τους νευρικούς αισθητήρες, οι οποίοι ταυτοποιούν το σχήμα και το μέγεθος του σωματιδίου, στέλνοντας την πληροφορία στον εγκέφαλο. Κάθε αισθητήρας μπορεί να ταυτοποιήσει έως κι εκατό διαφορετικά σωματίδια.

Πολλά ζώα, εκμεταλλευόμενα τις γνώσεις τους (ναι, γνώσεις!) περί της αίσθησης της όσφρησης έχουν αναγάγει το κυνήγι των θηραμάτων τους σε ύψιστη τέχνη. Οι λύκοι, για παράδειγμα, κυνηγούν σε αγέλες κι έχουν επινοήσει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον τέχνασμα. Ένας από την αγέλη στήνεται σε κάποιο σημείο όπου η ροή του αέρα να μπορεί να μεταφέρει την οσμή του στα υποψήφια θηράματα, ούτως ώστε αυτά, αντιλαμβανόμενα την κατεύθυνση που βρίσκεται ο θηρευτής, να τρέξουν προς την αντίθετη πλευρά για να ξεφύγουν. Οι υπόλοιποι λύκοι, όμως, τα περιμένουν ακριβώς εκεί. Η ισχύς εν τη ενώσει μπορεί να λέει η γνωστή ρήση, όμως, εν προκειμένω, η ισχύς εν τω χωρισμώ είναι αυτή που φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Αντίθετη στρατηγική από τους λύκους έχουν κάποια άλλα συμπαθέστατα και προσφιλή σ’ εμάς τετράποδα: Οι γάτες «πλένονται» πολλές φορές την ημέρα με τη γλώσσα τους, χωρίς ο λόγος να είναι απαραίτητα πως έχουν αναπτυγμένη την αίσθηση καθαριότητας, όπως εμείς το έχουμε ερμηνεύσει ανθρωποκεντρικά, δήθεν ως προς το ότι «η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά». Ο κύριος λόγος που το κάνουν είναι γιατί, ως οι τελειότεροι κυνηγοί του ζωικού βασιλείου, εξασφαλίζουν ότι τα υποψήφια θηράματά τους δεν θα αντιληφθούν τη μυρωδιά τους ώστε να απομακρυνθούν και να ξεφύγουν. Στο κυνήγι, λοιπόν, και ανάλογα την περίπτωση, η παρουσία ή η απουσία οσμών, εξασφαλίζουν την τροφή σε κάποια ζώα, ανάλογα με τη στρατηγική του κάθε είδους.

Πέρα από τα ζώα, όμως, η αίσθηση της όσφρησης αποτελεί και ένα εξαιρετικό «όπλο» για κάποια είδη φυτών. Οι φασολιές Λίμα και οι καρποί τους, που πολλοί μπερδεύουν με τα δικά μας φασόλια-γίγαντες, χωρίς τα πρώτα να έχουν το ίδιο νεφροειδές σχήμα αλλά ούτε και τη νοστιμιά τους, χρησιμοποιούν ένα εξίσου ιδιοφυές τέχνασμα. Όταν κάμπιες κατακλύζουν τα φυλλώματα της συγκεκριμένης φασολιάς καταστρέφοντάς τες, τα φυτά, ειδοποιώντας το ένα το άλλο, εκλύουν ένα πολύ δυνατό άρωμα. smell04Ένα είδος παρασιτικών σφηκών προσελκύεται από το άρωμα αυτό, καταφθάνοντας στις φασολιές και γεννώντας τα αυγά τους μέσα στις κάμπιες. Οι προνύμφες τους τρέφονται με τα θρεπτικά συστατικά στο εσωτερικό του σώματος των καμπιών, εξοντώνοντάς τες με αυτό τον τρόπο. Οι φασολιές πέτυχαν το σκοπό τους και ο κίνδυνος απεφεύχθη.

Το ανθρώπινο σώμα εκπέμπει επίσης πολλές οσμές και αυτό είναι γνωστό από πολύ παλιά. Στην προσπάθειά τους να εξηγήσουν την επίδρασή τους ανά τους αιώνες, επιστρατεύθηκε μέχρι και η μεταφυσική ερμηνεία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η «ψυχική όσφρηση» όπως αναφέρει ο A.S. Raleigh στο βιβλίο του «Τα Μυστήρια του Ερμητισμού», όπου γίνεται λόγος περί οσμογόνου αιθέρα του διαστήματος, ο οποίος είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της αύρας ενός αντικειμένου μ’ εκείνον του ανθρώπου κάνοντάς τον να αντιλαμβάνεται έτσι όλες τις οσμές. Η ερμητική παράδοση αναφέρει πως οι λεπτοφυείς κραδασμοί είναι αυτοί που διεγείρουν μια δονητική ανταπόκριση στο οσφρητικό νεύρο και μας επιτρέπει να μυρίζουμε. Βάσει αυτού, είχαν διαχωρίσει και μυρωδιές κατατάσσοντάς τις σε «καλές» ή «κακές». Η παράδοση αυτή έχει υιοθετηθεί από πολλά συστήματα, θρησκευτικά και μη, με χαρακτηριστικά παραδείγματα την «ευωδιά» που μπορεί να αναδύει το σώμα ενός ανθρώπου που βρίσκεται κοντά στη φώτιση, ή ακόμα κι αν μας έχει αφήσει χρόνους, καθώς και τη δυσοσμία που μπορεί να αναδύει κάποιος άλλος όταν βρίσκεται μακριά από το Φως.

Οι δεισιδαιμονίες και οι προκαταλήψεις της εποχής, κατηγοριοποιούσαν τις οσμές αυτές σε «ευωδιές λουλουδιών» ή «δυσοσμίες θειαφιού» ανάλογα την περίσταση. Και αντίστοιχα, ταύτιζαν τις πρώτες με το Θεό και τις δεύτερες με το Σατανά. Η αντίληψη της μυρωδιάς και η κατηγοριοποίησή της, ήταν για κάποιους συνυφασμένη με το καλό και το κακό. Κάτι που θα μπορούσε κάλλιστα να στείλει και την τελετουργία του σεξ στο πυρ το εξώτερο, καθώς η όσφρηση αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για την ύπαρξή του αυτό. Οι φερομόνες, αυτές οι χημικές ουσίες που είναι αόρατες στο γυμνό μάτι, εντοπίζονται κυρίως στο δέρμα και τις τρίχες. Επίσης, συγκεντρώνονται στον ιδρώτα και τα ούρα. Τα κυριότερα σημεία του σώματος που εκκρίνουν φερομόνες είναι το πρόσωπο, οι μασχάλες και τα γεννητικά όργανα. Όταν δυο άνθρωποι βρίσκονται πολύ κοντά, και οι φερομόνες τους διαχέονται γύρω τους, και εισέρχονται στη μύτη η οποία αποτελεί τη δίοδό τους προς τον εγκέφαλο. Εκεί καταλήγουν να διεγείρουν το τμήμα του εγκεφάλου που ρυθμίζει την έκκριση των αναπαραγωγικών ορμονών (οιστρογόνα στις γυναίκες και τεστοστερόνη στους άνδρες). Μελέτες έχουν δείξει πως μεγάλη ποσότητα φερομονών εκλύεται από την κορυφή του κεφαλιού μιας γυναίκας και γι’ αυτό το λόγο, έχει μικρότερο ύψος από έναν άνδρα. Όταν ο άνδρας την αγκαλιάσει, η μύτη του βρίσκεται σε πολύ κοντινό σημείο από την κορυφή του κεφαλιού της, και οι φερομόνες επιφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα της ορμονικής διέγερσης και της σεξουαλικής έλξης.

smell01Η βιοχημεία, λοιπόν, έχει αναπόσπαστο ρόλο σ’ αυτό που ονομάζουμε «έλξη», κάτι που αναφέρεται και στο ανέκδοτο βιβλίο του Γιώργου Μπαλάνου σχετικά με τη “Σεξουαλική Μαγεία”. Και όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά αναφέρει, η χρήση αποσμητικών αποδυναμώνει αυτή την έλξη αρσενικού-θηλυκού, καθώς τείνει να απαλείφει τις φυσικές, χαρακτηριστικές οσμές του ανθρωπίνου σώματος. Η φυσική οσμή του καθαρού ανθρώπινου σώματος, όταν δεν καλύπτεται τεχνητά ή δεν αλλοιώνεται από το εντατικό πλύσιμο αποτελεί το ισχυρότερο αφροδισιακό.

Οι γιατροί γνωρίζουν από πείρα, ότι οι μυρωδιές, εκτός των άλλων, αποτελούν και μέσο διάγνωσης πολλών ασθενειών, σύμφωνα και με την επιθεώρηση «Sensors». Υπάρχουν συγκεκριμένες ασθένειες που επηρεάζουν χαρακτηριστικά τη μυρωδιά του σώματός μας λόγω της χημικής μεταβολής που προκαλούν. Η τεχνολογία ανίχνευσης νοσημάτων μέσω χαρακτηριστικών οσμών έχει εξελιχθεί κατά την τελευταία 25ετία. Έτσι, έχει καταγραφεί πω ο διαβήτης κάνει την ανάσα να μυρίζει σαν ασετόν, η ηπατική ανεπάρκεια κάνει την ανάσα να μυρίζει σαν σάπιο ψάρι, ο κίτρινος πυρετός κάνει το δέρμα να μυρίζει σαν κρεοπωλείο, ο τυφοειδής πυρετός την ανάσα να μυρίζει σαν φρεσκοψημένο ψωμί, η ουρολοίμωξη κάνει τα ούρα να μυρίζουν σαν αμμωνία, η φαινυλκετονουρία κάνει το δέρμα των βρεφών να μυρίζει σαν μέλι, η φυματιώδης λεμφαδενίτιδα κάνει το δέρμα να μυρίζει σαν μπαγιάτικη μπύρα, η διαβητική κετοξέωση κάνει την ανάσα να μυρίζει σαν σάπιο μήλο, η διφθερίτιδα κάνει τον ιδρώτα να έχει μια γλυκιά μυρωδιά, η ηπατική εγκεφαλοπάθεια κάνει την αναπνοή να μυρίζει σαν φρεσκοθερισμένο τριφύλλι. Σε ανθρώπους που πάσχουν από σχιζοφρένεια, έχει παρατηρηθεί σε δείγμα ασθενών πως ο ιδρώτας τους μυρίζει σαν ξίδι.

Μέχρι στιγμής, οι επιστήμονες έχουν διαπιστώσει πάνω από 50 νοσήματα τα οποία μεταβάλλουν τη χημεία του σώματος και συνακόλουθα τη μυρωδιά του στόματος, του ιδρώτα, του δέρματος, των ούρων, των ποδιών, ακόμα και των κοπράνων και των φλεγμάτων. Επιστήμονες στις ΗΠΑ επινόησαν ένα τεστ αναπνοής που ανιχνεύει ορισμένες χημικές ουσίες στον εκπνεόμενο αέρα, και δείχνει πόσο πιθανό είναι μια γυναίκα να πάσχει από καρκίνο του μαστού. Το τεστ αυτό, με την ονομασία BreathLink, επινοήθηκε από ομάδα επιστημόνων υπό τον δρα Μάικλ Φίλιπς, καθηγητή Κλινικής Ιατρικής στο Ιατρικό Κολέγιο της Νέας Υόρκης και ιδρυτή της εταιρίας «Menssana Research Inc.» (πηγή: ΤA ΝΕΑ.gr)

Υπάρχουν περισσότερες αισθήσεις από τις 5 γνωστές σε όλους μας, όπως αυτές της θερμοαισθησίας (αίσθηση ζεστού ή απουσίας τους στο δέρμα μας), της αιθουσαίας αίσθησης (αίσθηση ισορροπίας, η οποία ελέγχεται από τις γεμάτες με υγρό κοιλότητες στο εσωτερικό του αυτιού μας), της αλγοαισθησίας (αντίληψης πόνου από το δέρμα, τις αρθρώσεις και τα όργανα του σώματος), της κιναισθησίας (ή αλλιώς συναίσθησης του σώματος, που μας επιτρέπει να γνωρίζουμε πού βρίσκονται τα μέλη του σώματός μας χωρίς να χρειαστεί να τα αγγίξουμε). Κάποιοι υποστηρίζουν πως φθάνουν τις είκοσι μία. Όμως τι γίνεται με την πείνα; Τη δίψα; Την αίσθηση του βάθους, την αίσθηση του νοήματος ή της γλώσσας; Τι γίνεται με το πάντα ενδιαφέρον θέμα της συναισθησίας, όταν η μια αίσθηση μπαίνει μέσα στην άλλη, έτσι ώστε η μουσική να προκαλεί την αίσθηση των χρωμάτων; Και τι γίνεται με την αίσθηση του ηλεκτρισμού, ή του επερχόμενου, συχνά μη εντοπισμένου, κινδύνου, όταν σηκώνονται οι τρίχες του σώματός μας;

Οι αισθήσεις αποτελούν αναπόσπαστα στοιχεία του σώματός μας καθώς και βοηθούς μας στην αντίληψη του κόσμου που μας περιβάλλει. Με τις πέντε βασικές να πρωταγωνιστούν και την πιο δυνατή απ’ όλες, αυτή της όσφρησης, να παίζει σπουδαίο ρόλο στις εντυπώσεις, τις αναμνήσεις και τη διαιώνιση του είδους μας μέσω της σεξουαλικής πράξης. Άσχημη ή θελκτική, κάθε οσμή είναι χαρακτηριστική. Ίσως, τελικά δεν έχει σημασία το όνομα που της δίνουμε, αν αναλογιστούμε και την εύστοχη παρατήρηση του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ: «Τι υπάρχει σ’ ένα όνομα; Αυτό που ονομάζουμε τριαντάφυλλο, με οποιοδήποτε άλλο όνομα θα μύριζε το ίδιο όμορφα…»

More From Author

Η.P. Lovecraft: Ένας σκοτεινός φοίνικας

H χαρά, η θλίψη, ο πόνος, η ζωή!