Γράφει ο Έρικ Σμυρναίος
Οι αρχαιότερες αισθήσεις του ανθρώπου είναι η όσφρηση και η γεύση. Οι επιστήμονες συμφωνούν σε αυτό, το ίδιο και όσοι έχουν διαπιστώσει εμπειρικά την επίδραση που ασκούν στον ψυχισμό του ανθρώπου: Οι δυο εκείνες αισθήσεις ανακαλούν μνήμες που μοιάζουν ολόφρεσκες και ανεπηρέαστες από το άγγιγμα του χρόνου, ακόμα και αν αποτυπώθηκαν στην νηπιακή ηλικία ενός ανθρώπου. Μοιάζουν με μαγικά ξόρκια που κρατάνε μακριά τη φθοροποιά επίδραση των γηρατειών. Η επιβιωτική τους αξία είναι αναμφισβήτητη: Σχετίζονται άμεσα με τη διατροφή του ανθρώπου και τον προφυλάσσουν από ένα πλήθος τοξικών ουσιών και δηλητηρίων που παράγει σε αφθονία η φύση. Ένα πικρό και δύσοσμο φρούτο είναι κατά κανόνα δηλητηριώδες, κανείς δεν θέλει να τραφεί από ένα σαπισμένο πτώμα και η αντανακλαστική, συχνά ανεξέλεγκτη τάση για εμετό που προκαλεί η κατάποση κάτι τέτοιων τροφών, σώζει έναν οργανισμό από μια σίγουρη δηλητηρίαση. Η γλυκιά γεύση αντίθετα αποτελεί μια πρόσκληση για ένα γεύμα πλούσιο σε θερμίδες. Τα όμορφα αρώματα συνδέονται με πολύχρωμους κήπους, νόστιμα φαγητά και σεξουαλικά ελκυστικούς συντρόφους.
Σε αυτό το σημείο ωστόσο, αξίζει να γίνει μια καίρια επισήμανση: Ενώ η όσφρηση εξακολουθεί να λειτουργεί ως αξιόπιστος φύλακας και προστάτης, η γεύση έχει αλωθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια από την επινοητικότητα του ανθρώπου: Τα γλυκίσματα για παράδειγμα, είναι νοστιμότατα και λαχταριστά, αλλά και θανατηφόρα αν καταναλωθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα και σε μεγάλες ποσότητες. Είναι μεταμφιεσμένες θερμιδικές βόμβες που προκαλούν την αργά εξελισσόμενη έκρηξη της παχυσαρκίας. Η όσφρηση ωστόσο επιμένει.
Ως αρχέγονη και πρωτόγονη αίσθηση, σε βαθμό τέτοιο ώστε τα μηνύματα της να περιγράφονται πολύ δύσκολα με λέξεις, δηλαδή από τη συγκριτικά καινοφανή ανάπτυξη της λεκτικής επικοινωνίας, διατηρεί σε πολύ μεγάλο ποσοστό τη διαχρονική της δύναμη: Για παράδειγμα, γνωρίζουμε πλέον ότι το 90% της επικοινωνίας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους λαμβάνει χώρα σε υποσυνείδητο επίπεδο. Επίσης, το κατά πόσο θα συμπαθήσουμε ή θα αντιπαθήσουμε κάποιον άνθρωπο, δεν εξαρτάται τόσο πολύ από την προσωπικότητα ή την εμφάνισή του, αλλά από τη μυρωδιά του. Δηλαδή, η μυρωδιά κάποιου πρέπει να μας αρέσει προκειμένου να τα πάμε καλά μαζί του. Όπως λέει και ο σοφός λαός “πρέπει να ταιριάζουν τα χνώτα μας.” Ένας αρχαίος Κινέζικος μύθος περιγράφει πολύ όμορφα αυτό το γεγονός: Μια φορά και έναν καιρό ζούσε ένας άνθρωπος που η μυρωδιά του ήταν τόσο ενοχλητική που κανείς δεν ήθελε να τον κάνει παρέα. Μια μέρα ωστόσο, καθώς περπατούσε μόνος και δυστυχισμένος σε μια παραλία, συνάντησε έναν άλλο άνθρωπο που καταγοητεύτηκε από την μυρωδιά του και έκτοτε έζησαν οι δυο τους μαζί, ευτυχισμένοι.
Ακόμα και στο μυστηριώδη χώρο του παραφυσικού, οι άσχημες οσμές λειτουργούν ως αλάνθαστοι οδηγοί. Επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω ένα χαρακτηριστικότατο παράδειγμα: Στην εποχή του Ευρωπαϊκού Μεσαίωνα, τότε που η παντελής έλλειψη προσωπικής και δημόσιας υγιεινής προκαλούσε την περιοδική εμφάνιση καταστροφικότατων επιδημιών, ήταν πολύ δημοφιλής η θεωρία του “μιάσματος”. Το “μίασμα” ήταν μια υπερφυσική αόρατη και δηλητηριώδης ουσία που σαν οσμή ταξίδευε από σπίτι σε σπίτι και αρρώσταινε τον κόσμο. ‘Ήταν δηλαδή μια μολυσματική δυσωδία. Αλλά και το φολκλόρ της δαιμονολογίας που ήταν δημοφιλέστατο εκείνη την εποχή, έβριθε από περιπτώσεις κακοποιών πνευμάτων των οποίων η επιτυχής επίκληση προοιωνιζόταν από μια αποκρουστική μυρωδιά που γέμιζε το χώρο κάποιας σκοτεινής τελετής. Η εμφάνιση του Σκοτεινού Άρχοντα, του γνωστού σε όλους Σατανά, πάντα συνοδευόταν από την διαπεραστική-και άσχημη-μυρωδιά του θειαφιού ενώ αντίθετα, οι παρουσίες αγγελικών οντοτήτων απέπνεαν μεθυστικά αρώματα που θυμίζανε ολάνθιστα λουλούδια και παραπέμπανε άμεσα στα ειδυλλιακά τοπία του Παραδείσου.
Στη σύγχρονη τεχνολογικά υπερκορεσμένη εποχή μας, η συγκεκριμένη παράδοση συνεχίζεται απτόητη, με αμείωτη δυναμική. Τώρα βέβαια, έχει υιοθετήσει μια πιο εύπεπτη, επιστημονικοφανή ορολογία. Σήμερα, λοιπόν, η εισβολή επικίνδυνων πλασμάτων από άλλους κόσμους στη δική μας πεζή πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές συνοδεύεται και υπογραμμίζεται από μια αποκρουστική μυρωδιά. Μια μικρή έρευνα στο διαδίκτυο θα σας πείσει για αυτό το γεγονός. Φυσικά, οι αλλοκοσμικοί εισβολείς του 21ου αιώνα δεν είναι πλέον δαίμονες και διάβολοι αλλά “αλλοδιαστατικές” παρουσίες. Οτιδήποτε “δαιμονικό” κακόβουλο ή εχθρικό επιτίθεται στους σημερινούς ανθρώπους, εξακολουθεί να συνοδεύεται από μια άσχημη μυρωδιά που πλέον αποτελεί την εκπνοή ενός άλλου κόσμου που είναι εχθρικός προς την ανθρωπότητα.
Η λογοτεχνία του φανταστικού, που πάντα αφουγκράζεται με μεγάλη επιτυχία τον παλμό της κάθε εποχής γιατί εξερευνά με ειλικρίνεια τους φόβους τις ελπίδες και τα όρια της γνώσης της ανθρωπότητας, σπανιότατα θα συνδυάσει την δραστηριότητα ενός κακόβουλου όντος με μια ελκυστική οσμή. Στα διηγήματα και τις νου βέλες του Χ.Φ. Λάβκραφτ για παράδειγμα, οι αλλοδιαστατικοί θεοί του αποπνέουν την αποφορά της ψαρίλας ή του στάσιμου νερού ή άλλες μυρωδιές εντελώς φρικαλέες και απερίγραπτες. Το κακό είναι κι εκεί άμεσα συνυφασμένο με την δυσωδία.
Στην καθημερινότητά μας, η οσμή εξακολουθεί να λειτουργεί ως προστατευτικό φυλαχτό που μας κρατάει υγιείς: Τα χαλασμένα τρόφιμα στα ψυγεία μας μυρίζουν απαίσια, οι απεργίες των οδοκαθαριστών και των συνεργείων καθαριότητας, που κρατάνε καθαρές τις χαοτικές πόλεις μας, προκαλούν κοινωνικά προβλήματα μονάχα όταν τα σκουπίδια αρχίσουν να μυρίζουν και να γίνονται επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία. Η εξάπλωση της αέριας και της θαλάσσιας ρύπανσης του περιβάλλοντος κατά κανόνα μας προειδοποιούν με άσχημες μυρωδιές και ακόμα και το ίδιο μας το σώμα, όταν χρειάζεται καθάρισμα, θα μας ειδοποιήσει με την άσχημη μυρωδιά που παράγει. Η δυσοσμία, λοιπόν, είναι ένα αλάνθαστο σήμα κινδύνου, ένας φωτεινός σηματοδότης που μας κρατάει ζωντανούς. Σαν την αίσθηση του πόνου, μας αποτρέπει από δραστηριότητες επιβλαβείς και δυνητικά θανάσιμες. Μοιάζει με μια αυστηρή, κακάσχημη αλλά ειλικρινέστατη μάντισσα που μας κρατάει ζωντανούς με τους δυσάρεστους χρησμούς της. Αντί να προσπαθούμε να την καλύψουμε με αρώματα και άλλα εξίσου επίπλαστα τεχνάσματα, καλό θα ήταν να την ακούμε, ή μάλλον να την οσμιζόμαστε, στο υλικό αλλά και στο πνευματικό επίπεδο. Συνήθως πάντα έχει κάτι ενδιαφέρον να μας πει.