Γράφει ο Έρικ Σμυρναίος ~ Υπάρχει μια κατάρα που βαραίνει το ανθρώπινο είδος. Βέβαια, όπως συμβαίνει και με όλες τις κατάρες, η αρνητική όψη της μεταβάλλεται ανάλογα με την οπτική γωνία από την οποία θα επιλέξει να την δει κανείς. Δεν παύει, ωστόσο, να ασκεί μια τεράστια επιρροή στην εξέλιξή μας.
Η κατάρα αυτή πηγάζει από μια αντίφαση. Μια διαχρονική μάχη που μαίνεται στο ανθρώπινο μυαλό και του στερεί την ευλογία της άχρονης γαλήνης. Μια ανελέητη σύγκρουση ανάμεσα σε δυο αντίθετες δυνάμεις. Η μια είναι αρχέγονη όσο και η ίδια η ζωή. Βασίζεται στο φόβο, το αρχαίο εκείνο συναίσθημα που γεννιέται στα πιο πρωτόγονα τμήματα του εγκεφάλου μας. Η άλλη είναι καινοφανής, γεννήθηκε στα νεότερα τμήματα του μυαλού μας. Ακτινοβολεί τη λάμψη της νιότης, τη δύναμη της εξελικτικής ορμής και γνωρίζει ότι μονάχα αυτή μπορεί να εξασφαλίσει την επιβίωση του είδους. Η μια προειδοποιεί και η άλλη ψάχνει. Η μια εχθρεύεται και περιχαρακώνεται, η άλλη θέλει να επικοινωνήσει, να ανταλλάξει και να μάθει. Η μια είναι η Εξουσία και η άλλη είναι η Νοημοσύνη.
Η Εξουσία χτίζει πυραμιδοειδή οικοδομήματα που προσπαθούν να αψηφήσουν το χρόνο. Μισεί τις αλλαγές και πιστεύει στη δύναμη. Αποσκοπεί στην καθυπόταξη ή την εξόντωση οποιουδήποτε απειλεί τη στατική της ύπαρξη. Αναπτύσσει περίτεχνους συμβολισμούς και τελετουργικά. Εφευρίσκει εξεζητημένες αμφιέσεις και συμπεριφορές που εκφράζουν παράξενες τυπολογίες οι οποίες απομακρύνονται όλο και περισσότερο από την πραγματικότητα. Χτίζει διοικητικά οικοδομήματα που γίνονται όλο και πιο πολύ λαβυρινθώδη και ογκώδη, έως ότου φτάνουν σ’ ένα επίπεδο δυσλειτουργικότητας που τα καθιστά αυτοκαταστροφικά.
Προκειμένου να διαιωνίσει την ύπαρξή της αντλεί δύναμη από το φόβο, αρχικά από το φόβο του θανάτου και ύστερα από όλες τις μάσκες που εκείνος υιοθετεί για να τρυπώσει στις σκέψεις των ανθρώπων, το φόβο της τιμωρίας, της φτώχιας, της απομόνωσης και της μοναξιάς, της αρρώστιας και της ασχήμιας. Όταν αυτά τα τεχνάσματα παλιώσουν και χάσουν την αποτελεσματικότητα τους, δεν θα διστάσει να στρατολογήσει τα δημιουργήματα του μεγάλου αντιπάλου της, της Νοημοσύνης. Έτσι λοιπόν, θα επιστρατεύσει το μεγαλείο και την ομορφιά, την αισθητική και την τέχνη, και τέλος, όταν όλα τα άλλα αποτύχουν, την ίδια τη λογική την οποία θα χρησιμοποιήσει ως εργαλείο για να διαστρέψει κατά το δοκούν την ίδια τη φύση της πραγματικότητας.
Απέναντί της στέκεται η Νοημοσύνη η οποία αμφισβητεί. Το κύριο χαρακτηριστικό της και πηγή της δύναμής της είναι ότι θέτει ερωτήματα και δεν ικανοποιείται από την αποκρυσταλλωμένη θεώρηση των πραγμάτων. Ενθαρρύνει τους ασυνήθιστους και καινοτόμους συνδυασμούς, ιππεύει τα φτερωτά άλογα της φαντασίας και ταξιδεύει σε άλλους κόσμους απ’ όπου επιστρέφει με δώρα παράξενα και ανατρεπτικά. Ψάχνει και ονειρεύεται. Εξερευνά και αναρωτιέται. Για την Εξουσία ο ορίζοντας είναι ένα απαραβίαστο όριο πίσω απ’ το οποίο καραδοκεί η απειλή της ανυπαρξίας. Για τη Νοημοσύνη ο ορίζοντας είναι ένα σύνορο πίσω απ’ το οποίο απλώνεται μια καινούργια χώρα των θαυμάτων. Η Εξουσία νουθετεί και η Νοημοσύνη υπόσχεται. Η Εξουσία χτίζει τείχη και η Νοημοσύνη συναρμολογεί καράβια και αεροπλάνα που θα διασχίσουν παράξενες θάλασσες και ανεξερεύνητους ουρανούς. Η Εξουσία αρχειοθετεί και ταξινομεί, η Νοημοσύνη παρατηρεί και συλλογιέται. Και τέλος, η Εξουσία παλεύει να εξοντώσει τη Νοημοσύνη και η Νοημοσύνη μάχεται αέναα να βρει τρόπους ανατροπής του αιώνιου εχθρού της.
Το ανθρώπινο είδος, ακροβατώντας ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις, περπατάει πάνω σ’ ένα τεντωμένο σκοινί. Όσο περνάνε τα χρόνια και η ισχύς της Νοημοσύνης αυξάνεται, η Εξουσία γίνεται όλο και πιο πανούργα στην προσπάθειά της να την καταπνίξει και να αποτρέψει τη διαλυτική επιρροή της. Στην εποχή μας, για παράδειγμα, επιχειρείται ένας όλο και πιο ασφυκτικός έλεγχος της πληροφορίας, γιατί η όλο και μεγαλύτερη απομάκρυνσή μας από το φυσικό περιβάλλον μάς εγκλωβίζει σ’ έναν κόσμο τεχνητό, κι επομένως ελέγξιμο. Και φυσικά η πληροφορία είναι αυτή που καθορίζει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Έτσι, λοιπόν, ένας εντελώς ασήμαντος άνθρωπος που εκφράζει τα πρότυπα μιας μεταβιομηχανικής κοινωνίας μπορεί πολύ εύκολα να μεταμορφωθεί στο αντικείμενο του πόθου μιας ολόκληρης γενιάς, φτάνει να τον τυλίξει η ψεύτικη λάμψη των επικοινωνιολόγων και των διαμορφωτών της τρέχουσας αισθητικής. Στην εποχή της μετα-αλήθειας όλα είναι δυνατά. Η Νοημοσύνη το αντιλαμβάνεται αυτό και κατανοεί πολύ καλά το πώς τα δώρα της προς την ανθρωπότητα, η κριτική σκέψη, η επιστήμη, η τεχνολογία, η έρευνα και ο πειραματισμός, χειραγωγούνται από την Εξουσία για να διαιωνίσει τη ύπαρξή της. Και έτσι αντιδράει ανάλογα. Παράγει όλο και περισσότερο έργο, πυροδοτεί όλο και πιο ριζοσπαστικές αλλαγές και αποδεικνύει την αναποτελεσματικότητα των απολιθωμένων συστημάτων σκέψης και αντίληψης των πραγμάτων. Εξάλλου, έχει αποκτήσει πλέον μια πολύχρονη πείρα ως προς τους μηχανισμούς καταστολής που εφαρμόζει η άσπονδη εχθρός της: Σε εποχές ακραίας τυπολατρίας και ιεραρχικότητας που βασίζονταν σε μεταφυσικές παραδοχές, για παράδειγμα, βρήκε καταφύγιο σε μυστικά τάγματα που ανακάλυψαν την αξία της Επίγνωσης και ανέπτυξαν τρόπους ενίσχυσής της μέσω της αυτοπειθαρχίας, της στροφής προς τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου και της παρατήρησης των μυστικών διεργασιών τους. Σε εποχές όπου η Εξουσία κατάφερε να παρασύρει το ανθρώπινο είδος σε παγκόσμιες συγκρούσεις ασύλληπτης καταστροφικότητας, ανέπτυξε κινήματα αντιπολεμικά και φιλειρηνικά που σημάδεψαν ολόκληρες εποχές και οδήγησαν στην ηθική απογύμνωση του πολέμου. Στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα για παράδειγμα, τότε που η κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών ανάμεσα στις δυο υπερδυνάμεις της εποχής έφερε αντιμέτωπη την ανθρώπινη φυλή με το πολύ ρεαλιστικό ενδεχόμενο της ολοκληρωτικής της εξαφάνισης, αναπτύχθηκαν τα θεμέλια της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Αναπόφευκτα μετέτρεψαν τον σύγχρονο κόσμο σε ένα αλληλοεξαρτώμενο κύκλωμα ανταλλαγής αγαθών και πληροφοριών που πλέον δεν μπορεί να καταλυθεί. Και σήμερα, που έχει γίνει ολοφάνερο ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες διαβρώνουν τα θεμέλια της ίδιας της ζωής, αναπτύσσεται μια νέα κοσμοθεωρία κατανόησης και προστασίας των οικολογικών συστημάτων του πλανήτη που προσπαθεί να διασφαλίσει ένα βιώσιμο μέλλον για ολόκληρο το είδος μας.
Η Εξουσία λοιπόν είναι ο Πάγος, ενώ η Νοημοσύνη είναι η Φλόγα που αλλάζει ασταμάτητα, που καταβροχθίζει οτιδήποτε το ψεύτικο και το στατικό και σκορπίζει το φως και τη ζεστασιά της ανακάλυψης και της κατανόησης. Και οι δυο είναι εκφράσεις των αντιμαχόμενων δυνάμεων των οποίων η σύγκρουση καθορίζει τη μορφή και την εξέλιξη του σύμπαντος, όπως είχε αποκαλύψει κι ένας χαρισματικός στοχαστής και συγγραφέας της δικής μας εποχής. Ναι, ο Γιώργος Μπαλάνος, όπως έχετε μάλλον ήδη μαντέψει.
Στη σημερινή εποχή, οι σύγκρουση ανάμεσα στις δυο αυτές δυνάμεις γίνεται όλο και πιο δυναμική και περίτεχνη. Καθώς η καλπάζουσα ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας αλλάζουν όλο και πιο ριζοσπαστικά τον τρόπο που σκεφτόμαστε, αντιλαμβανόμαστε και λειτουργούμε, οι προκλήσεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε γίνονται όλο και πιο παράξενες και ριζοσπαστικές. Καλούμαστε να εγκαταλείψουμε τρόπους σκέψης και θεώρησης της πραγματικότητας που μας συντρόφευσαν και μας παρηγόρησαν για πολλούς αιώνες. Οι ανατρεπτικές πληροφορίες που κατακλύζουν τον ορίζοντα των γεγονότων μάς προκαλούν μια υπαρξιακή ναυτία που αργά ή γρήγορα θα μεταμορφωθεί σε ατόφιο τρόμο.
Και τι θα κάνουμε τότε; Θα τολμήσουμε να εκθέσουμε τα ευαίσθητα σκαριά μας στους θυελλώδεις ανέμους των κατακλυσμικών αλλαγών που πλησιάζουν ή θα αναζητήσουμε καταφύγιο στο παρηγορητικό σκοτάδι ενός καινούργιου Μεσαίωνα στατικότητας, περιχαράκωσης και αποκλεισμού; Και αν επιλέξουμε αυτό το μονοπάτι, για πόσο θα καταφέρουμε να κρυφτούμε από το διαβρωτικό άγγιγμα του πανδαμάτορα χρόνου που αλλάζει τα πάντα και εχθρεύεται κάθε τι νεκρό;
Το δίλλημα αυτό δεν είναι απλά και μόνο μια αφηρημένη φιλοσοφική σκέψη που αφορά ολόκληρη την ανθρωπότητα σαν σύνολο. Απευθύνεται και στον κάθε ένα από μας, αφ’ ενός γιατί οι σύγχρονες αλλαγές διατρέχουν πλέον τους πάντες και τα πάντα ακαριαία και αφ’ ετέρου, γιατί οι πράξεις του κάθε ανθρώπου ασκούν μια βαθιά επιρροή στο σύνολο του είδους, κατά τρόπους που συχνά είναι απρόβλεπτοι και συγκλονιστικοί. Έτσι λοιπόν, είναι ένα ερώτημα που μας αφορά όλους.
Επομένως εσείς, πιο μονοπάτι θα επιλέξετε; Το πεπατημένο που οδηγεί σε ένα σίγουρο και αναπόφευκτο προορισμό, με τις αυστηρά καθορισμένες στροφές που αποκαλύπτουν τεχνητά διαμορφωμένα τοπία ή το άλλο, το άγνωστο και απάτητο, το κρυμμένο πίσω απ’ τις ασημένιες ομίχλες της περιπέτειας και του καινούργιου;